Οι χαμηλές τιμές του τελευταίου διαστήματος λειτούργησαν περισσότερο ως ανάχωμα που εμπόδισε την περαιτέρω πτώση παρά ως κίνητρο για αύξηση της κατανάλωσης. Είναι βέβαιο ότι πιθανή αύξηση των φόρων θα αποτελέσει ένα καίριο χτύπημα για τον κλάδο και ταυτόχρονα θα επηρεάσει αρνητικά την παραγωγική οικονομία, τονίζει στο Capital.gr πηγή του κλάδου των καυσίμων, που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου απέναντι μετά τις πληροφορίες που θέλουν κυβέρνηση και τρόικα να αναζητούν μέσω της εύκολης οδού, δηλαδή των καυσίμων, τα έσοδα που δεν ήρθαν ποτέ για τον κρατικό κορβανά.
Τα νούμερα πάντως είναι συντριπτικά και καταδεικνύουν ότι πιθανή νέα αύξηση της φορολογίας ενέχει τον κίνδυνο όχι απλά να μην αυξηθούν τα έσοδα αλλά οδηγηθούμε σε νέα μείωση της κατανάλωσης που θα φέρει πτώση στα έσοδα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με πηγές της αγοράς καυσίμων η αγορά μέσα στην εξαετία έχασε περίπου το 40% της κατανάλωσης. Την ίδια περίοδο που το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών περιορίστηκε σημαντικά λόγω της κρίσης είχαμε δραματική αύξηση της φορολογίας των καυσίμων. Συγκεκριμένα το 2009 ο ΕΦΚ στη Βενζίνη ήταν 410 ευρώ το χιλιόλιτρο, στο ντίζελ κίνησης 302 ευρώ το χιλιόλιτρο και στο ντίζελ θέρμανσης 21 ευρώ το χιλιόλιτρο. Το 2015 στηβενζίνη έφτασε στα 670 ευρώ (αύξηση 63%) στο ντίζελ κίνησης 330 (αύξηση 9%) και στο ντίζελ θέρμανσης στα 230 ευρώ (αύξηση 995%). Παράλληλα βέβαια εκτός από τον ΕΦΚ είχαμε και την αύξηση του ΦΠΑ από το 18 στ 23% (αύξηση 27%).
Αποτέλεσμα σήμερα στις βενζίνες οι φόροι (ΕΦΚ, ΦΠΑ, λοιποί φόροι, δασμοί και τέλη) αντιπροσωπεύουν πάνω από το 70% της τιμής στην αντλία. Σημειώνεται ότι ο ΕΦΚ είναι σταθερός φόρος ενώ ο ΦΠΑ επιβάλλεται επί της συνολικής τιμής που περιλαμβάνει και τον ΕΦΚ δηλαδή επιβάλλεται φόρος πάνω στον φόρο. Έτσι για παράδειγμα για την τιμή της αμόλυβδης 1,276 ευρώ το λίτρο (4 Μαρτίου) οι φόροι ήταν 0,917 ευρώ το λίτρο ή αλλιώς το 71,87%.
Εάν αυξηθεί η φορολογία, είναι βέβαιο ότι θα πιεστεί η κατανάλωση, αφού οι αυξήσεις θα περάσουν στους καταναλωτές. Η αλυσίδα των επιχειρήσεων του κλάδου δεν έχει πλέον αντοχές για να απορροφήσει έστω και ένα μικρό κομμάτι της αύξησης, υπογραμμίζει πηγή της αγοράς.
Μια τέτοια εξέλιξη, θα επηρεάσει σημαντικά την αγορά, η εμπειρία του παρελθόντος έδειξε ότι υπάρχουν οι αντικειμενικές συνθήκες ώστε να ξεκινήσει εκ νέου ελεύθερη πτώση στις καταναλώσεις, προσθέτει. Το ότι φέτος σταθήκαμε τυχεροί με τις χαμηλές τιμές αυτό δε σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η ίδια κατάσταση και στο μέλλον, προσθέτει η ίδια πηγή.
Πράγματι στο παρελθόν, η μεγάλη πτώση της κατανάλωσης στην αγορά ήρθε κάτω από την πίεση που δημιούργησε το εκρηκτικό κοκτέιλ των υψηλών τιμών και της αβάσταχτης φορολογίας. Και βέβαια εκτός από την αλυσίδα του κλάδου των πετρελαιοειδών, πιθανή νέα αύξηση της φορολογίας χτυπά μια σειρά από παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας, όπως οι χερσαίες μεταφορές, οι αερομεταφορές, η ναυτιλία αλλά και κομμάτι της βιομηχανίας. Για τους κλάδους αυτού, που παρά τη μείωση της ζήτησης λόγω κρίσης, είχαν ανασάνει λόγω της μείωσης του κόστους των καυσίμων, θα επέλθει ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα.
ΕΦΚ στο αέριο
Την ίδια στιγμή σύγχυση επικρατεί σχετικά με τις προθέσεις της κυβέρνησης να αυξήσει τον ΕΦΚ στο φυσικό αέριο, όπου ο ελληνικός συντελεστής είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Η πρόταση φαίνεται ότι πράγματι έπεσε στο τραπέζι των συζητήσεων μεταξύ κυβέρνησης (ΥΠΟΙΚ) και δανειστών. Ωστόσο οι επιπτώσεις από μια τέτοια κίνηση χαρακτηρίζονται καταστροφικές αφού το φυσικό αέριο αποτελεί βασικό συντελεστή κόστους στην παραγωγική διαδικασία για βαριές βιομηχανίες αλλά και για την ηλεκτροπαραγωγή. Επομένως οι αρνητικές συνέπειες από μια αύξηση της φορολογίας στο φυσικό αέριο θα λειτουργούσαν πολλαπλασιαστικά. Για παράδειγμα, στο ηλεκτρικό ρεύμα θα άλλαζε πλήρως το σκηνικό και εκεί που υπάρχει συζήτηση για μειώσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ, πλέον το ζητούμενο θα ήταν οι αυξήσεις.
Σημειώνεται εξάλλου ότι και στο μνημόνιο του καλοκαιριού υπάρχει συγκεκριμένος όρος που έχει συμφωνηθεί προκειμένου να επανεξεταστεί η φορολογία στην ενέργεια, η οποία θυμίζουμε ότι είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελεί σαφές ανταγωνιστικό μειονέκτημα για την ελληνική βιομηχανία και ταυτόχρονα επιβαρύνει υπέρμετρα τους έλληνες καταναλωτές.
Του Χάρη Φλουδόπουλου Capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου