Τρεις φορές έχει συναντηθεί μέσα στο 2017 ο A. Τσίπρας με το Προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Και κάθε φορά (με εξαίρεση την τελευταία που ζήτησε από τους τραπεζίτες να αναλάβουν και ρόλο προπαγανδιστών), τους λέει περίπου τα ίδια πράγματα.
Για τα κόκκινα δάνεια και τους πλειστηριασμούς, βεβαίως. Όχι, βέβαια, επειδή πιστεύει ότι μπορεί να γίνει τίποτε, αλλά για να προβάλλει κάθε φορά ένα δήθεν φιλολαϊκό προφίλ, το προφίλ του προστάτη των φτωχών και των αδυνάμων και των «λαϊκών κατοικιών».
Γνωρίζει, βέβαια, ότι αυτά ρυθμίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Και γνωρίζει επίσης πως οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ελέγχονται από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) που επί των ημερών του (του Τσίπρα) απέκτησε Αυστριακό επικεφαλής.
Γνωρίζει επομένως ότι δεν μπορεί να παρέμβει. Αλλά δεν τον νοιάζει, διότι απλά θέλει να δώσει άλλη μια παράσταση.
Έτσι, στις 28 Φεβρουαρίου 2017, ο A. Τσίπρας είχε πάλι συναντηθεί με το προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και τους είχε (και πάλι) ζητήσει «να δώσουν ανάσα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν κόκκινα δάνεια και να μην προχωρήσουν οι ίδιοι σε ομαδικές απολύσεις».
Την 1η Σεπτεμβρίου είχε και πάλι ξανασυναντηθεί με τους τραπεζίτες, από τους οποίους ζήτησε να δώσουν τα αναγκαία εργαλεία ρευστότητας «για να μπορέσει να εκτιναχθεί η ελληνική οικονομία».
Τους ξανασυνάντησε στις 18 Δεκεμβρίου, λίγο πριν από την ψηφοφορία επί του προϋπολογισμού και την εκπνοή του 2017.
Και αφού τους ξαναείπε ότι «ο ρόλος των τραπεζών είναι κρίσιμος» και ότι πρέπει το ταχύτερο δυνατόν «να αποκατασταθεί η ρευστότητα στην ελληνική οικονομία, στις υγιείς επιχειρήσεις, η δυνατότητα στήριξης των νοικοκυριών», έθεσε (και πάλι) το θέμα των κόκκινων δανείων, ζητώντας από τους τραπεζίτες να ασχοληθούν πρώτα με τους «μεγαλοοφειλέτες και του μεγαλομπαταχτσήδες».