Έπειτα από πέντε χρόνια προσπάθειας να αντιμετωπίσουμε την κρίση, ίσως το μόνο για το οποίο θα άξιζε να είμαστε περήφανοι ήταν ο νόμος Διαμαντοπούλου για τα πανεπιστήμια. Ηταν η μοναδική περίπτωση όπου, με δική μας πρωτοβουλία, χωρίς άμεση πίεση από το εξωτερικό, καταφέραμε να διορθώσουμε τα λάθη μας σε έναν καίριας σημασίας θεσμό για το μέλλον της χώρας μας.
Το γεγονός δε ότι ο συγκεκριμένος νόμος υπερψηφίστηκε στη Βουλή από τα τρία τέταρτα του σώματος ήταν η περίτρανη απόδειξη ότι το αίτημα υπέρ της κάθαρσης των πανεπιστημίων από την κομματοκρατία ήταν πια τόσο ώριμο στην ελληνική κοινωνία ώστε λίγο ακόμη και θα άρχιζε να σαπίζει. Η αλλαγή στα πανεπιστήμια που έφερε ο νόμος Διαμαντοπούλου χρειάσθηκε κόπο και υπομονή για να σταθεί στα πόδια της (θυμηθείτε λ.χ. τον πόλεμο που είχε κηρύξει ο Πελεγρίνης)· ήταν, πάντως, η μόνη ολοκληρωμένη, στρατηγικού χαρακτήρα, παρέμβαση που κάναμε στο σύστημα.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο άνθρωπος ο οποίος ανέλαβε να κατεδαφίσει τη μεταρρύθμιση στην ανωτάτη παιδεία (και την κατεδαφίζει απολαμβάνοντας κάθε στιγμή του έργου του) δεν μπορεί να είναι τυχαίος. Το διαπίστωσα την Κυριακή, παρακολουθώντας τη συνέντευξη του Αριστείδη Μπαλτά στον Παύλο Τσίμα στον ΣΚΑΪ. Ο άνθρωπος ο οποίος διέλυσε αυτό που φτιάχτηκε με τόσο κόπο πιστεύει (όχι συμπτωματικά) ότι στην παιδεία «δεν έχει νόημα η μέτρηση του κόπου». Εκτός από ιδεοληπτικός όμως, έχει και κάτι άλλο που τον κάνει ξεχωριστό ως προσωπικότητα: νομίζω πρέπει να είναι από τους πλέον δυσάρεστους ανθρώπους που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. Το σκοτεινό, αγέλαστο ύφος του, η βαθιά κατάθλιψη του βλέμματός του αναδίδουν όλο τον φανατισμό του και τον κάνουν να θυμίζει κάπως τον Αλτουσέρ.
Του Στ. Κασιμάτη από την Κ.
Του Στ. Κασιμάτη από την Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου