Ὅταν συναγροικιέμαι μὲ παλαιοὺς φίλους Ἀριστεροὺς, μὲ τοὺς ὁποίους σὲ χαλεποὺς καιροὺς δίναμε μάχη νὰ κρατήσουμε τὴν ἑλληνικὴ παιδεία στὸ ὑψηλὸ βάθρο τῆς ἱστορικῆς της ἀποστολῆς, ὅλοι μοῦ ἐκφράζουν τὴν ὀδύνη τους γιὰ τὸν κίνδυνο ἑνὸς πλήρους σχεδὸν ἀφελληνισμοῦ τῶν σχολείων μας. Μοῦ ἐπισημαίνουν τὰ ὅσα ἄτοπα ἐξέρχονται ἀπὸ τὸ «ἕρκος τῶν ὀδόντων» τοῦ νῦν ὑπουργοῦ τῆς παιδείας καὶ κάποιων συνεργατῶν του. Ποὺ δίνουν τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι ἐχθροὶ ὄχι ἁπλῶς τῆς ἑλληνικότητας ἀλλὰ καὶ τῆς στοιχειώδους σοβαρότητας. Πρὸ καιροῦ ὁ καθηγούμενος τοῦ πολυαμαρτωλοῦ τούτου ὑπουργείου ἐχαρακτήρισε ὡς κάτι «παρά φύσιν» τὴν τρίωρη διδασκαλία Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στὸ Γυμνάσιο. Εἶναι τόσα τὰ παρὰ φύσιν ποὺ γίνονται στὴ χώρα μας, ποὺ ἀδυνατεῖ κανεὶς νὰ τὰ μετρήσει. Τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ ἐνόχλησαν τὸν κ. ὑπουργὸ; Ἀκόμη δὲν ἔχει κατανοήσει ὅτι τὰ Ἀρχαῖα εἶναι ρίζα, ἐνῶ τὰ νεώτερα Ἑλληνικὰ εἶναι βλαστοὶ, ποὺ ἀλλάζουν κατὰ ἐποχὴ; Ἁπλῶς, τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ στὰ σχολεῖα μας δὲν διδάσκονται σωστά.
Ἀκόμη ἡ φράση «παρά φύσιν» εἶναι βάναυσα ἀτυχὴς, προκειμένου μάλιστα γιὰ ὑπουργὸ παιδείας. Γιὰ πρώτη φορὰ ἀπαντᾶ στὴν τραγωδία «Φαῖδρα» (στ. 395) τοῦ Εὐριπίδη πρὸς ὑποδήλωση ἀνώμαλων σεξουαλικῶν πράξεων καὶ ροπῶν. Γενικὰ ὁ ὅρος χρησιμοποιεῖται μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀσέλγειας. Εἶναι ἀσέλγεια, λοιπὸν, ἡ διδασκαλία τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ἤ μήπως ἡ μὴ διδασκαλία τους; Ἡ κυβέρνηση τῆς «γιὰ πρώτη φορὰ Ἀριστερᾶς» προτίθεται νὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἀφελληνιστικὸ ἔργο ποὺ ξεκίνησε τὸ 1976 ὁ Γ. Ράλλης; Ἄς τὸ σκεφθοῦν οἱ σοφοὶ ἐγκέφαλοὶ της. Ἀλλὰ ὁ κ. ὑπουργὸς ἔχει ἄποψη καὶ περὶ θεολογικῶν ζητημάτων. Δὲν τοῦ ἀρέσει ὁ ὅρος Ἑλληνορθοδοξία καὶ προκρίνει τὸν ὅρο Χριστιανισμός. Ἡ Ἑλληνορθοδοξία, τὴν ὁποία στήριξε καὶ ὁ Γ. Γεμιστὸς, κατὰ τὴν ἄποψή του συνιστᾶ... αἵρεση! Ὅταν μοῦ τὸ εἶπαν, περιορίστηκα νὰ πῶ: «Ὅταν κάποιος σιωπᾶ, μπορεῖ νὰ φαίνεται ἀνόητος. Ὅταν μιλᾶ τὸ ἀποδεικνύει». Καὶ ὁ νῦν ὑπουργὸς τῆς πολυβασανισμένης παιδείας μας τὸ ἔχει ἀποδείξει συχνὰ. Δύο φράσεις μονάχα γιὰ τὸ ζήτημα αὐτὸ: Ἡ Ἑλληνορθοδοξία δὲν συνιστᾶ αἵρεση, συνιστᾶ ἱστορικὸ οἰκοδόμημα αἰώνων. Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ὅρος γενικὸς. Ἀλλὰ ἡ γενικότητα δὲν ἀκυρώνει τὴν ἱστορικὴ καὶ θρησκευτικὴ ἰδιαιτερότητα. Στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο (4,9) μπορεῖ νὰ διαβάσει: «Οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις». Φοβᾶμαι, ὅμως, ὅτι ὁ κ. ὑπουργὸς ἔχει μείνει στὸ «Κόκκινο βιβλίο» τοῦ Μάο καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ σκέπτεται ὅπως ἡ χήρα τοῦ Μάο καὶ ἡ «Συμμορία τῶν Τεσσάρων».
Καὶ αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὴν ἄλλη μεγαλοφυῆ ἔμπνευσή του. Οἱ γονεῖς νὰ μὴ λένε στὰ παιδιὰ τους «πριγκίπισσά μου», «ἄγγελέ μου» γιατὶ τοὺς δημιουργοῦν ἀπὸ πολὺ νωρὶς πολιτικὰ καὶ θρησκευτικὰ στερεότυπα! Ἀλλὰ δὲν μᾶς λέγει ὁ παιδαγωγικότατος ὑπουργὸς πῶς νὰ τὸ λένε. Αὐτὰ εἶχαν ἀπασχολήσει τοὺς μπολσεβίκους –σχετικὰ μὲ τὰ παραμύθια– κατὰ τὴν πρώτη δεκαετία τῆς διακυβερνήσεώς τους. Ἔγκαιρα ὅμως διαπίστωσαν ὅτι εἶναι μάταιος σκοπός. Μεταπολεμικὰ –δὲν ἐνθυμοῦμαι μὲ ποιὰ ἀφορμὴ– εἶχε τεθεῖ ἀνάλογο ζήτημα καὶ στοὺς κόλπους τῆς ΕΔΑ. Νὰ μὴν χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος «βασιλοπούλα». Ἀλλ’ ὁ τότε ὁ σοφὸς πρόεδρός της, ὁ Γιάννης Πασαλίδης (τὸν θυμᾶται κανεὶς;) εἶπε σκωπτικά: «Ἄς κάνουμε σωστὴ προεδρικὴ δημοκρατία, γιὰ νὰ λέμε... προεδροποῦλα»! Ὁ ὑπουργὸς, ὅμως, δημιουργεῖ ζήτημα καὶ σὲ μᾶς τοὺς Μανιάτες. Ἀνεξἀρτητα ἀπὸ πολιτικὴ τοποθέτηση, ἡ χαιρετιστική μας προσφώνηση εἶναι «κορῶνα», «κορῶνι», «κορωνάκι». Θὰ τὰ κόψουμε κι αὐτὰ γιὰ νὰ συμμορφωθοῦμε πρὸς τὶς κοσμοπολιτικὲς ἀντιλήψεις τοῦ κ. ὑπουργοῦ; Ἤ θὰ κολλήσουμε κι ἐμεῖς στὴ λέξη μὲ τὰ τρία ἄλφα ποὺ ἔκανε ὅλους τοὺς νέους συνονόματους;
Του Σαρ. Καργάκου από στο sarantoskargakos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου