Επί μήνες ζω με μία συνεχώς εντεινόμενη απορία: Γιατί το κράτος μας αποφεύγει να εισπράττει τους φόρους που επιβάλλει; Κι αυτό προκύπτει αναμφισβήτητα από το γεγονός ότι κι εγώ όπως υποθέτω και χιλιάδες άλλοι συνεπείς φορολογούμενοι ματαίως αναμένομε να λάβομε τα ειδοποιητήρια που θα μας καλούν να πληρώσουμε τους φόρους που μας έχουν καταλογισθεί ή που θα έπρεπε να μας καταλογισθούν από το 2009 ως σήμερα.
Διότι από τότε σταμάτησα να καλούμαι να πληρώσω διάφορους άμεσους φόρους που έχουν επιβληθεί παράλληλα με τον φόρο εισοδήματος, με ονομασίες που αδυνατώ να απομνημονεύσω (νομίζω ΕΤΑΚ, ΦΑΠ, ή κάτι τέτοια).
Ανήκω στην «ιδιόρρυθμη» κατηγορία εκείνων που, έστω και με δυσφορία και με αυξανόμενη δυσκολία, συνεισφέρουν στα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού. Και αποδοκιμάζω με οργή το κίνημα του «δεν πληρώνω», καθώς και τα κόμματα που αναισχύντως το στηρίζουν.
Εν τούτοις μάταια αναμένω να κληθώ να πληρώσω τα οφειλόμενα, που καθώς περνούν οι μήνες και τα χρόνια συσσωρεύονται και διογκώνονται με αποτέλεσμα όταν τελικά μου αποσταλούν τα ειδοποιητήρια της Εφορίας το ποσό των οφειλομένων να μου προκαλέσει εγκεφαλικό.
Διερωτώμαι: Τόσο ανίκανο είναι πια το κράτος μας και δεν μπορεί επί χρόνια να εισπράξει βέβαια έσοδα; Και τόσο ανεύθυνες είναι οι τελευταίες τέσσερις κυβερνήσεις που καταφεύγουν στην αύξηση ή επιβολή νέων φόρων αντί πρώτα να φροντίσουν να εισπράξουν τους φόρους που έχουν λαμβάνειν και που μάταια εγώ και πολλοί άλλοι περιμένουμε να πληρώσουμε; Να υποθέσω ότι ηθελημένα δεν απαιτούν από τις κρατικές υπηρεσίες να ενεργοποιηθούν επειδή και οι ίδιοι οι κυβερνώντες, ως κατά κανόνα έχοντας μεγάλη ακίνητη περιουσία, δεν θέλουν να πληρώσουν;
Και δυστυχώς το ότι λείπει η πολιτική βούληση για να εξουδετερωθεί η αποφυγή πληρωμής φόρων φαίνεται ότι είναι η κύρια αιτία της φοροδιαφυγής.
Γιατί ζήτημα αρνητικής βουλήσεως είσπραξης φόρων είναι η δήθεν αδυναμία της αναγκαίας μηχανοργάνωσης, όταν τις δυνατότητες της πληροφορικής τις παίζουν στα δάκτυλα ακόμη και οι μαθητές του δημοτικού σχολείου. Και την ίδια υποψία μου εξηγεί και η επί χρόνια αναγγελλόμενη και ουδέποτε πραγματοποιούμενη κατάργηση του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, ο οποίος διευκολύνει την εφαρμοζόμενη κατά τον καθηγητή Σπινέλλη συνταγή να κατανέμεται ο εκάστοτε οφειλόμενος φόρος σε 40% υπέρ των εφοριακών, 40% υπέρ του οφειλέτη του φόρου και να απομένει μόνο το 20% για να εισπράξει το Δημόσιο, αν το εισπράξει κι αυτό.
Την απουσία πολιτικής βούλησης για πάταξη της φοροδιαφυγής ανέδειξε και η έρευνα των τριών καθηγητών εξ ΗΠΑ που συγκρίνοντας τις εξοφλήσεις χρεών από ελεύθερους επαγγελματίες προς τις τράπεζες με τα δηλούμενα στις Εφορίες εισοδήματα διαπίστωσαν φοροδιαφυγή 11,2 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή είναι το επώδυνο πακέτο που απαιτεί σήμερα η τρόικα. Τι εμποδίζει την κυβέρνηση να εφαρμόσει τη συνταγή των τριών καθηγητών αν έχει πράγματι πολιτική βούληση για δίωξη της φοροδιαφυγής; Μήπως επειδή έτσι θα συλλάβει τη φοροδιαφυγή των ελεύθερων επαγγελματιών και των αγροτών που είναι πάνω από το 50% της εκλογικής πελατείας όλων των κομμάτων;
Και τι άραγε σημαίνει η για λόγους οικονομίας κατάργηση των Εφοριών σε ορισμένα τουριστικά νησιά (όπως π.χ. η Σαντορίνη με ετήσιο τζίρο περίπου 2 δισ. ευρώ και με φοροδιαφυγή 80%, όπου οργιάζει η τελευταία), αντί να αραιώσει τις κεντρικές υπηρεσίες από τους αργόμισθους, που τις πλημμυρίζουν; Αραγε συμφωνεί σ' αυτό η τρόικα; Αυτές θα ήταν χρήσιμες μετατάξεις που τις επιβάλλει και ο αυξημένος όγκος εργασίας τον οποίο έχουν φορτωθεί οι εφοριακοί.
Και τι ακόμη αποδίδει σε έσοδα η συνεχής αύξηση του ποσοστού του ΦΠΑ, όταν δεν υπάρχει ο μηχανισμός ελέγχου των εισπραττομένων από όσους ακόμα κόβουν απόδειξη αλλά τον παρακρατούν;
Του Γ. Μαρίνου από το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου