Παρασκευή 8 Μαΐου 2015

Περηφάνια και καταφρόνηση...

Η εκ μέρους του υπουργού Επικρατείας κ. Φλαμπουράρη αποτίμηση των 100 πρώτων ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, στη διάρκεια πρόσφατης «ανοιχτής εκδήλωσης» οργανώσεων του κόμματός του, είναι κάτι παραπάνω από εξοργιστική.

Γνωστός για τη δήλωσή του ότι η Ελλάδα θα πληρώσει τους δανειστές της με αέρα - δήλωση που βρέθηκε στον αντίποδα της δήλωσης Βαρουφάκη στην κ. Λαγκάρντ ότι η χώρα μας θα πληρώνει στο διηνεκές, αλλά και της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου περί πλήρους και έγκαιρης αποπληρωμής – ο κ. Φλαμπουράρης δήλωσε υπερήφανος για το έργο του ΣΥΡΙΖΑ στις περίφημες αυτές πρώτες 100 ημέρες.

Με ποιον είναι ο σέρβερ;

«Η ηλεκτρονική ψηφοφορία καταργείται επειδή ο σέρβερ δεν είναι εφορευτική επιτροπή. Δεν διασφαλίζει το απόρρητο και το αδιάβλητο της ψηφοφορίας.» Κάπως έτσι το είπε ο Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή, αιτιολογώντας την κατάργηση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στην εκλογή διοικητικών οργάνων στα ΑΕΙ. Είναι η αντίδραση στον «τεχνοφασισμό», που έλεγαν και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όταν εισήχθη το σχετικό μέτρο. Όμως ο πρωθυπουργός είναι το κορυφαίο στέλεχος και του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης. Για αυτό και οφείλει να είναι περισσότερο προσεκτικός όταν εκστομίζει αφελείς δικαιολογίες που απευθύνονται μόνο σε κομματικά αυτιά.

Δεν ξέρω αν το κατάλαβε, αλλά, ο Τσίπρας, μαζί με τη λογική και την τεχνολογία τσαλάκωσε και τα περί άμεσης δημοκρατίας που λατρεύεται από ένα σεβαστό κομμάτι της κομματικής του βάσης. Όμως αυτό δεν είναι της ώρας, είναι της πλατείας. Ο πρωθυπουργός απαξίωσε με τη μία τεχνολογικές λύσεις και δοκιμασμένες πρακτικές του δυτικού κόσμου. Η πρόοδος και βελτίωση της δημοκρατίας δείχνουν προς τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, ο Τσίπρας κοιτάζει φακέλους και εφορευτικές επιτροπές που απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη κομματικών μηχανισμών. Κρίμα.

Ψάχνουμε πρόθυμους να κρεμαστούν...

Η θανατική καταδίκη στη Βρετανία άρχισε να καταργείται σταδιακά, κατά αδικήματα, από το 1965 και έπειτα. Σε μία από τις ζωηρές συζητήσεις που έγιναν στη Βουλή των Κοινοτήτων την περίοδο εκείνη, όταν πια πρωθυπουργός ήταν ο ηγέτης των Συντηρητικών Εντουαρντ Χιθ, αρχές της δεκαετίας του 1970, ένας βουλευτής του κόμματός του προκάλεσε τον Χιθ, φωνάζοντας ότι ο ίδιος θα ήταν πρόθυμος να κρεμάσει κάποιον ο οποίος θα είχε διαπράξει το αδίκημα περί του οποίου η Βουλή συζητούσε την κατάργηση της εσχάτης των ποινών. (Αν θυμάμαι σωστά, πρέπει να ήταν η δολιοφθορά ναυπηγείων, πλοίων του στόλου, εγκαταστάσεων και αποθηκών, που εθεωρούντο βασιλικές κτήσεις). Ο Χιθ, ο οποίος λόγω και των θρησκευτικών πεποιθήσεών του ήταν ένθερμος υποστηρικτής της κατάργησης, του απάντησε: «Ωραία. Βρήκαμε πρόθυμους για να κρεμάσουν. Τώρα πρέπει να βρούμε και πρόθυμους για να κρεμαστούν».

Ας αποφύγει ο πρωθυπουργός τις, σαγηνευτικές μεν, ανεύθυνες δε, σειρήνες...

Κι όμως , παρά τα όσα περί του αντιθέτου λέγονται και γράφονται τις τελευταίες μέρες, η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς , όπως αρέσκεται η κυβέρνηση να λέει την τρόικα, πάει σχετικά καλά. Προχώρα , αν και με αργά βήματα, προς την συμφωνία.
 Και αυτό για έναν πολύ απλό λόγο. Γιατί όπως φαίνεται , μετά από εκατό μέρες διακυβέρνησης και συζητήσεων , η ηγεσία της κυβέρνησης κατάλαβε ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα φανταζόταν. Και πως η πραγματικότητα δεν έχει καμία σχέση με τα όσα έλεγε  και υποσχόταν.
 Και πως λένε άνθρωποι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που μετέχουν στις διαπραγματεύσεις, σε έλληνες συνομιλητές τους, τα στελέχη που μετέχουν στις συζητήσεις, «έχουν βάλει παρά πολύ νερό στο κρασί τους και γι αυτό προχωράμε».